(Ομιλία
στη Βουλή του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου της Δημοκρατικής Αριστεράς Βουλευτή
Αττκής Βασίλη Οικονομου αναφορικά με την
πρόταση νόμου για την κατάργηση της υπ’ αριθμόν 6/28-2-2012 Πράξης Υπουργικού
Συμβουλίου και για την επανασύσταση Οργανισμού Εργατικής Εστίας και του Οργανισμού
Εργατικής Κατοικίας .)
Ο κ. Οικονόμου
έχει το λόγο.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, επιτρέψτε μου καταρχάς, με την
ευκαιρία αυτής της ομιλίας μου και της δικής σας παρουσίας στο Προεδρείο να σας
συγχαρώ για την εκλογή σας. Νομίζω ότι η εκλογή σας ήταν πολύ σημαντική, γιατί
απηχεί την επιβράβευση της πολιτικής πορείας ενός πολιτικού άνδρα ο οποίος τιμά
αυτά τα έδρανα. Υπό αυτήν την έννοια και όχι μόνο γιατί σας γνωρίζω χρόνια και
γιατί είμαστε μαζί στην Προκαταρκτική Επιτροπή και βλέπω πώς λειτουργείτε κάθε
μέρα, νομίζω ότι ήταν μια άριστη επιλογή του Σώματος να σας επιλέξει στη θέση
του Αντιπροέδρου.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Καλαντζής): Θα το δεχθώ αν και ξέρω ότι δεν
είναι αντικειμενική αλλά υποκειμενική η τοποθέτησή σας.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ: Είμαι υποχρεωμένος όμως να την πω. Οι
φιλοφρονήσεις πολλές φορές δεν είναι τυπικές και καθορίζουν το ήθος και το ύφος
των ομιλητών και των ανθρώπων που συμμετέχουν εδώ, εκτός εξαιρέσεων, που είναι
και σήμερα εδώ στην Αίθουσα.
Άρα, λοιπόν, το σχέδιο νόμου που
ήρθε σήμερα εδώ από τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, νομίζω ότι δίνει μια πολύ σημαντική
ευκαιρία σε όλες τις πτέρυγες να αρθρώσουν τον πολιτικό τους λόγο, να πουν πώς
βλέπουν και πώς προσεγγίζουν τα σημαντικά ζητήματα που θέτει αυτό το σχέδιο
νόμου επί της ουσίας, άσχετα αν πολλές φορές οι ομιλητές και οι ρήτορες
πλατειάζουν, ανοίγουν τη συζήτηση επί τη ευκαιρία και θα έλεγα ότι φεύγουν από
την ουσία. Αυτά όμως τα έχει ο δημόσιος λόγος, ειδικά στη χώρα μας, όταν
μάλιστα είναι ένας δημόσιος λόγος ευκαιριακός, εύκολος και αφελής. Γιατί; Διότι
τον διευκολύνει η συνολική κατάσταση, η
οικονομική, η κοινωνική.
Αυτή η κατάσταση πραγματικά δίνει
διέξοδο σε δυνάμεις κοινωνικές, πολιτικές οι οποίες το μόνο που τις
χαρακτηρίζει είναι η επιπολαιότητα και η επιφανειακή προσέγγιση των πραγμάτων.
Έχουμε σήμερα εδώ στην Αίθουσα αυτή την προσέγγιση; Κατά τη δική μου άποψη,
ναι. Διότι όταν ακούμε έναν πολιτικό λόγο ο οποίος δεν είναι καθαρός και
ειλικρινής, είναι λόγος παραπλανητικός και λόγος ο οποίος πρέπει να
ξεσκεπαστεί. Είναι υποκριτικός λόγος.
Γιατί το λέω αυτό; Σαφέστατα με
αφορμή αυτό εδώ το σχέδιο νόμου θα ήταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία οι
πολιτικές πτέρυγες και τα στελέχη που τις εκπροσωπούν να πουν τη φιλοσοφία σε
σχέση με το μείζον, για να πάμε στο έλασσον που είναι το συγκεκριμένο σχέδιο. Ποιο είναι το μείζον; Πώς
αντιμετωπίζεται την κρίση.
Εδώ λοιπόν είχαμε καθαρά την
πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, μια πρόταση η οποία προσαρμόζεται ανά εβδομάδα ή
αναπροσαρμόζεται ή τέλος πάντων εξελίσσεται. Αυτό είναι μια παλιά κόπια της
πρότασης ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν η κόπια με ένα σχέδιο νόμου «στις πρώτες εκατό ώρες
καταργώ τα πάντα». Ήταν η διακυβέρνηση των εκατό ωρών, αν τη θυμούνται κάποιοι.
Επειδή έχουν γίνει πολλά περιστατικά και πολλές αλλαγές πορείας, αυτές οι εκατό
ώρες ήταν μια προσέγγιση, αν δεν κάνω λάθος, προ τετράμηνου, πενταμήνου. Και
επειδή βέβαια η προσέγγιση ότι θα κυβερνήσω εκατό ώρες και θα παρουσιάσω
αποτέλεσμα ήταν τουλάχιστον αφελής, χαοτική θα έλεγα, προσαρμόστηκε ξανά στο
κλασικό που χρησιμοποιούν οι πολιτικές δυνάμεις, το πρόγραμμα των εκατό ημερών.
Το «εκατό ημερών» ακούγεται πιο
λογικό. Δηλαδή σε τρεις μήνες ένας πρωθυπουργός, μια κυβέρνηση να παρουσιάσει
κάτι πιο συγκεκριμένο. Το «εκατό ωρών» ήταν τουλάχιστον αφελές και μειδιάματα
ειρωνείας δημιούργησε στο λαό ακούγοντάς το. Αυτή είναι η προσέγγιση.
Έχουμε γυρίσει σε μια φάση της
προσέγγισης που λέει ότι με έναν νόμο καταργώ τα πάντα, τα άσχημα, τα δύσκολα,
τα δυσάρεστα τα οποία υφίστανται αυτή τη στιγμή η χώρα, έργα και αποτελέσματα
μιας άφρονος, θα έλεγα εγώ, πολιτικής πολλών ετών, αλλά ειδικά τα τελευταία
τρία χρόνια μιας πολύ δυσάρεστης πολιτικής η οποία σε πολλά σημεία της έχει
αστοχίες.
Άρα, λοιπόν, τι έρχεται και λέει
ο ΣΥΡΙΖΑ; Ότι εγώ καταργώ τις δυσάρεστες εξελίξεις που έχουν δημιουργηθεί μέσα
από μια πολιτική μνημονιακή η οποία εφαρμόζεται από το 2010 και μετά. Αυτό
ακούγεται με ενδιαφέρον.
Υπάρχει ο αντίλογος; Υπάρχει
αντίλογος. Ο αντίλογος λέει ότι μια τέτοια προσέγγιση είναι ευκαιριακή, είναι
επιπόλαιη, είναι μια προσέγγιση η οποία δεν δίνει διέξοδο, είναι μια προσέγγιση
όχι εκατό ωρών, είναι εκατό ημερών σε σχέση με το καταληκτικό αποτέλεσμα,
δηλαδή την κατάρρευση. Υπάρχει μια προσέγγιση η οποία τέθηκε στις προηγούμενες
εκλογές δυο φορές και το Μάιο και τον Ιούνιο, με καθαρότητα από όλες τις
πτέρυγες που πάλεψαν να εξασφαλίσουν την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού.
Η πρόταση που κατέθεσε η
Δημοκρατική Αριστερά -γιατί ως Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Δημοκρατικής
Αριστεράς έχω δικαίωμα και υποχρέωση να εκφραστώ για το δικό μου κόμμα, αλλά θα
έλεγα και οι άλλες παρατάξεις έτσι όπως τοποθετήθηκαν στις εκλογές- ήταν ότι ο ρεαλιστικός
δρόμος, ο δρόμος των μικρών βημάτων έτσι ώστε να φύγουμε από τις δυσάρεστες
συνέπειες μιας μνημονιακής πολιτικής που εφαρμοζόταν ήδη τότε δυόμισι χρόνια,
είναι ένας πιο ρεαλιστικός δρόμος που εξασφαλίζει τη χρηματοδότηση της χώρας,
δίνει περιθώριο και δικαίωμα να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές και οι
μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα μπορέσουν να σταθεροποιήσουν το κράτος και να
κρατήσουν την κοινωνία όρθια, ζωντανή, με όρους αξιοπρέπειας, με δυνατότητα να
μπορούν να ζήσουν οι άνθρωποι μια ζωή έτσι όπως την ποθούν και επιθυμούν.
Αυτός ο δρόμος δεν είναι δρόμος
που μπορεί σε αυτές τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες να ακούγεται
ευχάριστα από πολλούς. Γι’ αυτό λέω ότι σήμερα με τον πολεμικό λόγο που
κυριαρχεί, με την ανέχεια πολλών κοινωνικών στρωμάτων, με την αδυναμία που
έχουν πολλοί συνάνθρωποι, συμπολίτες μας, ακούγεται πιο ευχάριστα και πιο
όμορφα στο αυτί ο λόγος που λέει ότι με μονοκοντυλιά σε ένα ελάχιστο χρονικό
διάστημα, μιας ημέρας, ξαναγυρίζω στην προτέρα θέση μου. Πώς; Αυτό είναι το επόμενο
ερώτημα. Εξηγείται;
Γνωρίζουν οι αγαπητοί φίλοι και
υπάρχουν νομομαθείς και πρόσωπα τα οποία φυσικά θα μπορούσαν από τη μεριά του
ΣΥΡΙΖΑ να πουν ότι αυτό το σχέδιο νόμου δεν μπορεί να σταθεί στα
κοινοβουλευτικά επίπεδα διότι απαιτεί κόστος και το Γενικό Λογιστήριο το δήλωσε
αυτό. Θα μπορούσαν να πουν «ας πετάξουμε το πυροτέχνημα, ας πούμε το σύνθημα,
ας κάνουμε την πολιτική μας φιγούρα».
Επί της ουσίας δεν κατανοεί τι λέει το άρθρο 73 παρ. 3 του Συντάγματος ο
μέσος Έλληνας που είναι μας παρακολουθεί .
Άρα, λοιπόν, τι γίνεται; Η βόλτα
από το Βήμα, η συζήτηση χωρίς ουσία, για να στείλω το μήνυμα προς το λαό ότι
εγώ αγαπάω το λαό. Εγώ θα πω από αυτό το Βήμα ότι ο λαός θα πρέπει να είναι
πολύ επιφυλακτικός με αυτούς που τον αγαπούν πολύ. Γιατί μέχρι τώρα η ιστορία
έχει δείξει ότι αυτοί που αγαπούν πολύ το λαό, συνήθως κάνουν και μεγαλύτερη
ζημιά στο λαό. Γιατί; Γιατί δεν έχουν σχέδιο; Ίσως. Γιατί έχουν δεύτερες
σκέψεις; Ίσως. Γιατί όταν αναλάβουν τα πράγματα θα οδηγήσουν με την άφρονα
πολιτική και σκέψη που έχουν την κατάσταση της χώρας, το λαό, την κοινωνία σε
μεγαλύτερα αδιέξοδα; Ίσως.
Σήμερα τι μπορείς να πεις όταν
έρχεται μια πολιτική παράταξη και λέει «απευθείας 751 ευρώ, το κατώτερο»; Ναι,
θα πεις.
Το ερώτημα δεν είναι εκεί, όχι
γιατί έρχεται το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και λέει «επιβαρύνεται ο
δημόσιος λογαριασμός, άρα λοιπόν δεν μπορεί να συζητηθεί». Αυτό είναι το τυπικό
ή το τεχνικό κομμάτι της υπόθεσης. Έχει να κάνει με την προσέγγιση που μία
πολιτική παράταξη δεν έχει ξεκαθαρίσει στον εαυτό της και στους συνομιλητές της
και προς την κοινωνία, ποιο είναι το σχέδιό της γι’ αυτό το μεγάλο ζήτημα που
αντιμετωπίζει η χώρα μας, για την οικονομική κρίση.
Εγώ ερωτώ πολύ απλά: Ποιο είναι
το σχέδιο της Μείζονος Αντιπολίτευσης για το θέμα του πώς αντιμετωπίζεται η
κρίση; Σας είπα ότι αυτή ήταν η εκδοχή πριν από τέσσερις μήνες. Ήταν η εκδοχή
όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε: «Εκατό ώρες κυβέρνηση, τα αντιμετωπίζω όλα». Χθες ακούσαμε
μία καινούργια εκδοχή, αφού έχουν γίνει πολλές περιπλανήσεις, την εκδοχή της αναστολής.
Εγώ με ενδιαφέρον βλέπω την
προσπάθεια μίας παράταξης η οποία δεν είναι μεγάλη παράταξη ακόμα, γιατί η
μεγάλη παράταξη είναι αυτή που διαρκεί στο χρόνο. Σήμερα είναι μία πολιτική
«συνάντηση», ευκαιριακή, θα έλεγα εγώ. Είναι όμως μία «συνάντηση» που έχει 27%
καταγραμμένο στον ελληνικό λαό στις προηγούμενες εκλογές. Σεβαστό. Δεν έχει
εδραία θέση όμως, δεν έχει πολιτική και ιδεολογική ουσία αυτό το 27% για να πω
ότι το αντιμετωπίζω και πολιτικά ως μία μεγάλη παράταξη. Τι βλέπω όμως και τι
λέω; Αυτή η συνάντηση η τυχαία, η απροσδόκητη, που βάσει των συνθηκών έχει
γίνει, τι λέει; Πώς αντιμετωπίζει στο εσωτερικό της και απέναντι των υπόλοιπων
την πρότασή της για το ξεπέρασμα της κρίσης; Δεν μπορώ να βγάλω άκρη και σας
διαβεβαιώνω ότι δεν είμαι μόνο εγώ. Εγώ θα μπορούσα να ήμουν και ελάχιστος με
τη διάνοιά μου να προσεγγίσω το θέμα. Αξία έχει ότι ο λαός δεν βγάζει συμπέρασμα. Είναι δραματικά
αποτυχημένο το πολιτικό σχέδιο που λέει ότι σε κατάσταση μεγάλης λαϊκής
δυσφορίας και πίεσης, παλεύεις μ’ αυτόν ο οποίος κυβερνά και είσαι μία μονάδα
πίσω, μία μονάδα μπροστά. Δεν αξιοποιείς
σ’ αυτές τις συνθήκες το μεγάλο πλεονέκτημα που σου δίνει η λαϊκή δυσφορία για
να αποκτήσεις ένα τεράστιο λαϊκό έρεισμα που θα αναλογεί σ’ αυτή τη λαϊκή
δυσφορία; Κάτι χωλαίνει. Ακόμα και αυτός ο οποίος βρίσκεται «με την πλάτη στον
τοίχο» είναι πιο λογικό να απευθυνθεί σ’ αυτόν που τού απευθύνει τον εύκολο
λόγο και του λέει «σου πάω 750 το μισθό». Είναι το πιο εύκολο. Ακόμα κι αυτός
όμως δεν απευθύνεται εκεί στα εύκολα. Υπάρχει λόγος; Υπάρχει λόγος σοβαρός, που
λέει και το τραγούδι, γιατί αυτός ο λόγος, ο εύκολος, ο απλοϊκός, είναι
κατανοητό και φανερό ότι δεν δίνει απάντηση στο πώς χρηματοδοτείς αυτή την
υπόθεση, στο ποια είναι τα «εργαλεία» που πρέπει να έχεις και πώς τα
χρησιμοποιείς και στο ποια είναι η προοπτική και ποιο είναι το μέλλον.
Θα μου πείτε ότι πολιτικά και
ιδεολογικά μιλάω γενικά, γιατί πιστεύω ότι δεν έχει νόημα να μιλήσεις πιο
εξειδικευμένα. Πιο εξειδικευμένα τι να πω; Να πω ότι εγώ δεν δίνω 750, ότι θα
δώσω 800;
Εδώ βλέπω και τον αγαπητό
σύντροφο από τη μεριά της παραδοσιακής Αριστεράς. Το ΚΚΕ έφερνε εδώ πρόταση
«1.400 ευρώ μισθός». Δεν ξέρω αν το θυμούνται οι πιο παλιοί. Του λέγαμε: «Γιατί
δεν βάζεις και άλλα 200 παραπάνω για να γίνει πιο ωραίο;». Δεν κόστιζε τίποτα.
Τα έλεγε το ΚΚΕ για πολλά, χρόνια. Δεν μ’ ακούει τώρα και καλύτερα. «Χίλια
τετρακόσια» δεν έλεγε το ΚΚΕ πριν από κάποια χρόνια; Το θυμάμαι εδώ. Δεν
συγκινούνταν ο κόσμος και το ποσοστό ήταν καθηλωμένο. Γιατί δεν συγκινούνταν ο
κόσμος; Είναι λογικό. Καταλαβαίνει ο μέσος πολίτης αυτής της χώρας, ο μέσος
οικογενειάρχης, ότι τα πράγματα είναι πιο συγκεκριμένα. Κάνει την ενδοσκόπησή
του, κοιτάει την οικογένειά του, κοιτάει τον εαυτό του, κοιτάει την τσέπη του,
κοιτάει πώς θα μπορέσει να λειτουργήσει.
Άρα λοιπόν εμείς θα ψηφίσουμε
«παρών» σ’ αυτή την πρόταση γιατί είναι πολύ ωραία πρόταση, ωραιότατη πρόταση
–μιλάω για τα εργασιακά- αλλά είναι μία πρόταση-«πυροτέχνημα», αποσπασματική
που δεν εντάσσεται σ’ ένα γενικότερο σχέδιο και είναι μία πρόταση που δεν
μπορεί να δώσει μία προοπτική. Όταν έλθει η ώρα -και εμείς σαν Δημοκρατική
Αριστερά θα κρίνουμε για τον εαυτό μας στη δική μας ανάλυση και στη δική μας
προσέγγιση πότε θα έλθει η ώρα- θα το διεκδικήσουμε στην κυβέρνηση και θα το
βάλουμε στο δημόσιο βήμα και θα κάνουμε την προσπάθειά μας. Σήμερα έχουμε βάλει
τις προτεραιότητες που λέμε.
Όσον αφορά στον Οργανισμό
Εργατικής Κατοικίας και στον Οργανισμό Εργατικής Εστίας, ήταν λάθος η κατάργησή
τους. Το έχω πει πολλές φορές απ’ αυτό το Βήμα. Η Δημοκρατική Αριστερά δεν είχε
συναινέσει τότε στην κατάργηση των Οργανισμών.
Κύριε Υπουργέ, πριν από λίγες
μέρες ψηφίσαμε επιτέλους εδώ ότι υπάρχει καθολικός διάδοχος των δύο Οργανισμών
που είναι ο ΟΑΕΔ, ένας μεγάλος Οργανισμός. Πρέπει να δοθεί αναλυτική εικόνα,
καθαρή εικόνα του τι θα κάνει ο ΟΑΕΔ, γιατί μέσα απ’ αυτά που ψηφίσαμε τις
προηγούμενες μέρες και αυτά τα οποία θέλουμε από το «πακέτο» της κοινωνικής
πολιτικής που έκαναν οι δύο Οργανισμοί, καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει απόσταση.
Υπάρχει το θέμα της εργατικής κατοικίας και της στέγασης και υπάρχει το θέμα
ότι φυσικά ο ΟΑΕΔ δεν παρέχει το σύνολο των κοινωνικών παροχών και των
κοινωνικών λειτουργιών που παρείχαν οι δύο Οργανισμοί μέσα απ’ αυτή τη διάταξη
που ψηφίσαμε.
Η Δημοκρατική Αριστερά την ψήφισε
και ξέρετε γιατί; Θα μπορούσαμε να μείνουμε στο να ξαναγυρίσουμε σώνει και καλά
στους δύο Οργανισμούς. Εμείς δεν είμαστε στατικοί στην προσέγγισή μας. Ξέρετε
τι λέμε; Η ουσία μάς ενδιαφέρει. Ποια είναι η ουσία; Να γίνουν τα κοινωνικά
προγράμματα, να ασκηθεί κοινωνική πολιτική. Εμένα δεν με ενδιαφέρει αν λέγεται
ΟΑΕΔ, αν λέγεται Εργατική Εστία, αν λέγεται Κικίλιας, αν λέγεται
Παναγιωτόπουλος ή Οικονόμου ο διοικητής ενός Οργανισμού. Αυτό δεν μας
ενδιαφέρει καθόλου. Μας ενδιαφέρει όμως πάρα πολύ να ασκηθεί αυτή η πολιτική
για την κοινωνία, για τον εργαζόμενο, για τον άνεργο.
Κύριε Πρόεδρε, φεύγω τώρα γιατί
έχουμε την ομιλία του Φώτη Κουβέλη, μία ομιλία στην οποία θα εξηγήσει και θα
αναλύσει πώς η Δημοκρατική Αριστερά βλέπει την προσέγγιση μίας κυβερνητικής
πολιτικής για την ανεργία, μία προσέγγιση και μία πρόταση για το πώς θα πρέπει
σήμερα σε συνθήκες κρίσης να απαντηθεί το μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής
κοινωνίας που είναι η ανεργία. Αυτή η ομιλία θα γίνει τώρα και εκεί θα πάμε
όλοι.
Σας ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ (Γεώργιος Καλαντζής): Εμείς ευχαριστούμε, κύριε
Οικονόμου. Καλή επιτυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου